Γιατί μερικές φορές ντρεπόμαστε για
τις απαγορευμένες σκέψεις που κάνουμε και τα συναισθήματα που έχουμε; Στην κουλτούρα της κλειδαρότρυπας και της
εξομολόγησης είναι κοινωνικά αποδεκτό να μπαίνουμε στα άδυτα της προσωπικής
ζωής των σταρ, συζητάμε ανοιχτά για τις σεξουαλικές μας προτιμήσεις, τα
προβλήματα του συντρόφου μας και η λίστα δεν έχει τέλος… Αυτό έχει και μια
θεραπευτική ιδιότητα.
Ωστόσο,
πολλά συναισθήματα παραμένουν κρυμμένα.
Μέσα μας μπορεί να ανατριχιάζουμε στη θέα ενός ατόμου σε αναπηρική
καρέκλα, να ευχόμαστε το θάνατο ενός υπέργηρου και άρρωστου συγγενούς, να
σκεφτόμαστε ότι οι φίλοι μας είναι κακόγουστοι, τα μωρά απλώς ενοχλητικά και
άλλες παρόμοιες σκέψεις, ενώ ταυτόχρονα θεωρούμε τον εαυτό μας καλό άνθρωπο.
Ψυχολογία της
επιβίωσης
Η ψυχολογία της ανθρώπινης
εξέλιξης εξηγεί ότι τα συναισθήματα ντροπής είναι γενετικά ‘καλωδιωμένα’ στον
εγκέφαλό μας-πρόκειται για στρατηγικές που οδήγησαν τον άνθρωπο στην επιτυχή
επιβίωση στη σαβάνα της πλειστοκαίνου
εποχής. Γιατί τότε είναι τόσο
δύσκολο να τα παραδεχτούμε; Η επιμονή
των απαγορευμένων συναισθημάτων έχει γίνει αντικείμενο μελέτης της θρησκείας
και γοήτευε τον Φρόιντ. Τόσο η
ψυχανάλυση όσο και η συγχώρεση που προσφέρει η εξομολόγηση απεκδύουν τις
σκέψεις-ταμπού από τη δύναμή τους. Η
προσπάθεια να εξαφανίσουμε ή να εξηγήσουμε αυτές τις σκέψεις δεν τις εμποδίζει
από το να επιστρέφουν εντονότατες, κάνοντάς μας να αισθανόμαστε άσχημα στη
συνέχεια.
Γιατί ντρεπόμαστε
τόσο για κρυμμένα συναισθήματα;
Το να
συμπεριφερθούμε άσχημα βάσει κάποιας κακής παρόρμησης μπορεί να είναι πηγή
ντροπής. Γιατί όμως νιώθουμε ένοχοι
ακόμα και για ένα κακό συναίσθημα, το οποίο κρύβουμε βαθιά μέσα μας; Μια θεωρία υποστηρίζει ότι αυτή η ενοχή
πηγάζει από το φόβο μας ότι θα αποκαλυφθούμε, ακόμα και αν δεν έχουμε κάνει
τίποτα. Γενικά, όταν αποκαλυφθεί ότι
κάποιος έκανε κάτι άσχημο και αμέσως το παραδεχτεί και δείξει ότι νιώθει άσχημα,
τότε μετριάζεται η ένταση της πράξης του.
Έτσι, κατά κάποιον τρόπο, το να αισθάνεται κανείς προκαταβολικά άσχημα για αυτό που νιώθει, χωρίς να έχει κάνει κάτι
συγκεκριμένο, είναι σαν να προετοιμάζεται να τον συγχωρέσουν αν τον
ανακαλύψουν.
Η ντροπή που αισθάνεται κανείς
είναι συναίσθημα ακόμα πιο έντονο από το φόβο ότι μπορεί να τον ανακαλύψουν,
και αυτό γιατί σχετίζεται με την αίσθηση του ‘προβληματικού εαυτού’. Αυτό εξηγεί το λόγο που έντονα συναισθήματα
ντροπής –όταν κανείς αισθάνεται ότι ο πυρήνας του είναι προβληματικός,- οδηγούν
μερικές φορές τους ανθρώπους σε ξεδιάντροπες συμπεριφορές, όπως υπερβολικά
ξεσπάσματα ζήλιας.
Το ‘καλό’ στα κακά
συναισθήματα
Παρόλα
αυτά, μια μικρή δόση ‘κακών’ συναισθημάτων μπορεί να αποβεί καλή και θετική. Συναισθήματα όπως η ντροπή η αλαζονεία μπορεί
να χρησιμεύσουν ως σταθεροποιητές της ψυχικής υγείας, διότι εμποδίζουν το άτομο
να κάνει απερίσκεπτα κάτι για το οποίο θα μετάνιωνε αργότερα. Η ντροπή και η ενοχή, στον κατάλληλο βαθμό,
μπορεί να χαλιναγωγήσουν παρορμητικά ξεσπάσματα
Πώς αντιμετωπίζονται
τα αρνητικά συναισθήματα;
Πώς λοιπόν
κανείς αντιμετωπίζει τη ζήλια που νιώθει για τους πετυχημένους φίλους του, για
τον όμορφο συνάδελφο της γυναίκας του, για τη χαριτωμένη γραμματέα του άντρα
της; Σύμφωνα με τον Δρα. Lewis, που έχει γράψει και
ένα βιβλίο για τη ντροπή, υπάρχουν 3 τρόποι:
·
Να το παραδεχτεί κανείς στον εαυτό του και με
τον καιρό να το ξεχάσει
·
Να το εξομολογηθεί
·
Ή να γελάσει με αυτό.
Το γέλιο είναι ίσως ο υγιέστερος τρόπος αντιμετώπισης, γιατί
μπορεί κανείς να δει τον εαυτό του από τη θέση ενός παρατηρητή και να
συνειδητοποιήσει πόσο χαζό είναι να νιώθει κανείς έτσι.
1. Σκέψεις απιστίας «Δεν είναι απιστία αφού μόνο το σκέφτομαι»
Οι σεξουαλικές φαντασιώσεις είναι
μέρος μιας υγιούς σεξουαλικής ζωής.
Ωστόσο, όταν η εικόνα ενός προηγούμενου ή ενός φανταστικού εραστή
εισβάλλει δραστικά στη ζωή ενός ζευγαριού, αυτό μπορεί να προκαλέσει δυσκολίες
και ανησυχίες. Οι άνθρωποι φοβούνται ότι
οι φαντασιώσεις τους λένε περισσότερα για τα τι θα μπορούσαν να κάνουν. Ωστόσο, οι ειδικοί διαβεβαιώνουν ότι οι
φαντασιώσεις δεν οδηγούν από μόνες τους στην απιστία και οι σεξολόγοι
‘συνταγογραφούν’ και προτρέπουν τα ζευγάρια να έχουν και –σε ορισμένες
περιπτώσεις- να μοιράζονται τις φαντασιώσεις τους.
2. Τα λεφτά είναι σημαντικά. «Αν κερδίζω περισσότερα, είμαι
σημαντικότερος»
Θέλουμε να πιστεύουμε ότι δεν κρίνουμε
κάποιον από το πορτοφόλι του, αλλά στην πραγματικότητα το κάνουμε. Ψυχολογικές έρευνες δείχνουν ότι δίνουμε
σημασία στα χρήματα γιατί έχουμε ανάγκη να γνωρίζουμε ποιος έχει τη δύναμη και
το στάτους σε μια ομάδα, κάτι που παραπέμπει στη ζωή στη σαβάνα.
Από την άλλη, είναι σημαντικό για κάποιον να αισθάνεται ότι
έχει περισσότερα από κάποιους άλλους, γιατί έτσι νιώθει σημαντικότερος (ακόμα
και αν δεν είναι πάμπλουτος, αλλά απλώς συγκρίνει ‘προς τα κάτω’)!.
3. Schadenfreude "Τα ήθελε και τα έπαθε."
Για πολλούς ανθρώπους είναι μεγάλη ευχαρίστηση να βλέπουν
κάποιον διάσημεο και πετυχημένο (που δεν τον γνωρίζουν προσωπικά) να
καταστρέφεται (και γι’ αυτό τα κουτσομπολίστικα περιοδικά πουλάνε!). Από εξελικτική άποψη, αυτό είναι φυσιολογικό:
το να ευχαριστηθεί κανείς βλέποντας την πτώση του αντιπάλου του σημαίνει ότι ο
ίδιος τα πάει καλύτερα και αισθάνεται καλύτερα για τον εαυτό του!
4. Προτιμήσεις «Γιατί
δε μπορείς να είσαι σαν την αδερφή σου;»
Οι δυο συχνότερες ατάκες της
παιδικής ηλικίας είναι: «Δεν είναι δίκαιο!» και «τον/την αγαπάς περισσότερο!». Δυστυχώς, τα ίδια παράπονα συνεχίζουν και
στην ενήλικη ζωή, αφού οι γονείς τείνουν να βοηθούν και να υποστηρίζουν
περισσότερο το παιδί τους που έχει κάποια δυσκολία ή πρόβλημα –ιδίως μάλιστα αν
προέρχεται από κακή τύχη-. Οι μαμάδες
ευνοούν το μικρότερο παιδί, ενώ τα αγόρια τείνουν προς τον πατέρα και τα
κορίτσια προς τη μητέρα. Το να ξοδεύει
κανείς λίγο χρόνο περισσότερο με το ένα και όχι το άλλο παιδί δε σημαίνει
περισσότερη αγάπη. Οι γονείς δεν θα
πρέπει να νιώθουν ενοχές για το ότι πρέπει να φέρονται στα παιδιά του ακριβώς
το ίδιο: όταν η απόκλιση είναι μικρή, δείχνουν οι έρευνες, ούτε τα ίδια τα
παιδιά δε τις θεωρούν σημαντικές.
Φυσικά, δεν πρέπει να δείχνει κανείς περισσότερη αγάπη, στοργή ή
ζεστασιά στο ένα και όχι στο άλλο παιδί, γιατί οι μεγάλες αποκλίσεις
δημιουργούν και μεγάλα ψυχολογικά προβλήματα.
5. Ο συναισθηματικός
χαζοτουρίστας «οι κηδείες έχουν πλάκα»
Είναι άτομα που έχετε συναντήσει
σε κηδείες: οι 3-4 ξάδερφοι, οι ‘καλοί’ φίλοι (που δεν έχουν δει τον
αποβιώσαντα για 15 χρόνια), είναι οι συναισθηματικοί χαζοτουρίστες που
περηφανεύονται ότι ήξεραν καλά τον αποβιώσαντα.
Γιατί όμως να το κάνει κανείς αυτό;
Η δημόσια έκφραση πένθους καθιστά κάποιον εμφανώς μέλος μιας κοινότητας,
δημιουργεί το συναίσθημα ότι ανήκει στην ομάδα, ενώ από την άλλη θεωρείται ότι
η υπερβολική έκφραση πένθους μπορεί να καλύπτει ασυνείδητη ενοχή για το ότι το
ίδιο το άτομο ζει. Το πένθος έχει και
μια υπαρξιακή διάσταση: πενθώντας άλλους επεξεργαζόμαστε το γεγονός ότι κάποτε
δε θα ζούμε.
Οι άνθρωποι περηφανεύονται ότι
ήξεραν αυτόν που πέθανε για τον ίδιο λόγο που λένε φανταστικές ιστορίες: για να
τραβήξουν πάνω τους την προσοχή. Οι
άνθρωποι εμπλέκονται συναισθηματικά πολύ στην περίπτωση θανάτου γιατί ξαφνικά
αισθάνονται σημαντικοί, μέσα από μια διαδικασία ταύτισης με τον νεκρό.
6. Ανακούφιση από το
πένθος «Ευτυχώς όλα τελείωσαν»
Μερικές φορές οι στενοί συγγενείς
δε μπορούν να κλάψουν στην κηδεία ή αισθάνονται ανακούφιση. Αυτό συμβαίνει
συνήθως διότι είχαν όλο το χρόνο να πενθήσουν (όπως συμβαίνει σε μια χρόνια,
ανίατη νόσο), οπότε το ‘τέλος’ φέρνει κάποια ανακούφιση, γιατί το προσφιλές
πρόσωπο δεν υποφέρει πια, αλλά ούτε και ο ίδιος. Αυτό δε σημαίνει ότι το άτομο αυτό δεν
αγαπάει τον αποβιώσαντα-σημαίνει ότι είναι έτοιμο να επενδύσει συναισθηματική
και φυσική ενέργεια στο μέλλον. Είναι
όμως δύσκολο να παραδεχτεί κανείς ότι δεν αισθάνεται βαθύτατη θλίψη, αισθάνεται
ενοχή και ντροπή να το παραδεχτεί σε τρίτους, ενώ μέσα του δε νιώθει τόσο
θλίψη, όσο ανακούφιση.
7. Το άγχος απέναντι
στην αναπηρία «δεν ξέρω τι να πω σε αυτό το άτομο»
Όλοι
ξέρουμε ότι τα άτομα με κάποια αναπηρία μπορεί να είναι εξίσου έξυπνα,
συμπαθητικά ή αντιπαθητικά όπως και τα άτομα χωρίς αναπηρία, και, βέβαια, η
τετραπληγία ή η δυσμορφία δεν είναι κολλητικά.
Γιατί τότε τόσοι άνθρωποι αντιδρούν με τρόμο όταν συναντούν ένα άτομο με
κάποια αναπηρία ή δυσμορφία; Ένας λόγος
είναι γιατί η κατάστασή τους μας θυμίζει την ευθραυστότητα της ανθρώπινης
ύπαρξης και τη θνητότητά μας. Και όσο
πιο άγνωστο είναι αυτό το άτομο, τόσο εντονότερα είναι αυτά τα συναισθήματα
(γιατί δεν είχαμε την ευκαιρία να τα
επεξεργαστούμε), ενώ αν πρόκειται για οικείο πρόσωπο τα συναισθήματα αυτά είναι
λιγότερο έντονα.