Δρ. Λίζα Βάρβογλη, Ph.D., Ψυχολόγος-Ψυχοθεραπεύτρια
Μήπως έχω εξάρτηση από την
πατρική μου οικογένεια;
Να ένα ερώτημα που βασανίζει όλο και περισσότερους νέους
ανθρώπους, άνδρες και γυναίκες, όχι στην εφηβεία ή την πρώτη μετεφηβική ηλικία,
αλλά αργότερα, μετά την ηλικία των 25 και ως την ηλικία των 45 –αν όχι και
παραπάνω- ετών.
Όταν ένα νέο άτομο τελειώσει τις σπουδές του, ίσως αφού
έχει πάρει κάποιον μεταπτυχιακό τίτλο και αν είναι άνδρας έχει τελειώσει τις
στρατιωτικές του υποχρεώσεις, βρίσκεται σε μια νέα, μάλλον δυσάρεστη θέση: έχει
προσόντα αλλά δεν έχει προϋπηρεσία και συνήθως δεν έχει εργασία ή έχει κάποια
κακοπληρωμένη εργασία, που δεν του δίνει οικονομική αυτονομία. Τι κάνει λοιπόν το άτομο αυτό; Καταφεύγει στους κόλπους της πατρικής του
οικογένειας, προκειμένου να πάρει τα βασικά αγαθά για την επιβίωσή του, που δεν
μπορεί να εξασφαλίσει από μόνο του. Το
οικονομικό πρόβλημα –είτε με τη μορφή ανεργίας είτε με τη μορφή κακοπληρωμένης
εργασίας- «κόβει» τα φτερά του νέου ανθρώπου και συρρικνώνει πολλές από τις
επιλογές του. Ο οικονομικός παράγοντας
όμως, δε σχετίζεται αποκλειστικά με το χρηματικό ζήτημα, μια που έχει και
σημαντικές ψυχολογικές επιπτώσεις.
Επιστρέφοντας στο πατρικό του μετά από σπουδές, το νέο
άτομο αισθάνεται ότι έχει αποτύχει, ή, ακόμα χειρότερα ότι έχει προσπαθήσει (κι
έχει πάρει πτυχίο) αλλά δεν μπορεί να πετύχει.
Ξαφνικά το ενήλικο παιδί της οικογένειας ξαναγίνεται έφηβος, αφού έχει
οικονομική εξάρτηση από τους γονείς του αλλά και ιδιαίτερες υποχρεώσεις
απέναντί τους. Για παράδειγμα, το
ενήλικο άτομο που ζει με τους γονείς του συνήθως δεν μπορεί να μπαινοβγαίνει
άνετα στο σπίτι, μια που οι γονείς απαιτούν να μαθαίνουν τι κάνει, που και με
ποιον βγαίνει, τι ώρα θα γυρίσει, κοκ.
Το αποτέλεσμα είναι ότι ο νέος ενήλικας χάνει ένα μέρος της προσωπικής
του ταυτότητας και παίρνει τον ρόλο του «παιδιού», που όμως ταιριάζει σε
μικρότερη ηλικία. Η κατάληξη είναι ότι δημιουργείται
μια σχέση εξάρτησης από τους γονείς, που συχνά εμποδίζει το νέο άτομο από το να
πάρει πρωτοβουλίες, να πάρει ρίσκα –μέσα σε λογικά πλαίσια- και να κάνει αυτό
που πιστεύει, χωρίς την παρέμβαση των γονιών του.
Πέρα από τους καθαρά πρακτικούς κοινωνικο-οικονομικούς
λόγους που περιγράψαμε παραπάνω, υπάρχουν και άλλοι παράγοντες που καθορίζουν
το γιατί ένα νέο άτομο εξαρτάται συναισθηματικά από την οικογένειά του. Πολλές οικογένειες είναι δεμένες και έχουν δυνατές
αξίες και δεσμούς που ενώνουν τα μέλη τους.
Οι οικογένειες αυτές είτε έχουν ως κεντρικό πρόσωπο τον πατέρα ή,
συνήθως, τη μητέρα. Τα παιδιά μιας
τέτοιας οικογένειας μεγαλώνουν με πολύ αγάπη, σε ένα ζεστό και ασφαλές
περιβάλλον. Καθώς όμως μεγαλώνουν, οι
γονείς δυσκολεύονται να αφήσουν τα ηνία από τα χέρια τους κι επιμένουν να έχουν
τον έλεγχο όλης της οικογένειας.
Κινούμενοι εγωιστικά και από μια προσωπική επιθυμία να τα ορίζουν όλα, οι
γονείς ουσιαστικά δεν επιτρέπουν στα ενήλικα παιδιά τους να ενηλικιωθούν. Άλλοτε με υστερίες και υπερβολές (αν φύγεις
θα με πιάσει η καρδιά μου και θα πεθάνω»), άλλοτε με δημιουργία ενοχών στο
παιδί («θα πεθάνω και θα φταις εσύ»), άλλοτε με απειλές (αν δεν κάνεις αυτό που
σου λέω δεν θα σου δώσω χρήματα/το αυτοκίνητο) και άλλοτε με μια εμμονή στα
παλιά («εμείς έτσι κάναμε πάντα και δεν θα αλλάξουμε τώρα») κρατάνε το ενήλικο
παιδί τους συναισθηματικά δέσμιο και ζεμένο στο άρμα της οικογένειας. Όμως, κάτι τέτοιο είναι αφύσικο, με
αποτέλεσμα να δημιουργείται δυσαρμονία, ένταση, άσχημη ψυχική διάθεση και, στο
τέλος, το ενήλικο παιδί να μη μπορεί να φτιάξει τη ζωή του.
Συνήθως πρόκειται για το κλασικά «καλό παιδί», που μπορεί
να είναι παράδειγμα για τους γύρω του.
Αν προσέξει κανείς όμως, κάτω από το λούστρο της επιφάνειας, θα βρει
πολλά τρωτά. Το ενήλικο άτομο που είναι
εξαρτημένο από την οικογένειά του συνήθως βρίσκεται σε μια κατάσταση χρόνιας
ψυχικής δυσφορίας, την οποία ναι μεν βιώνει, αλλά δεν μπορεί να κατονομάσει και
να εντοπίσει ακριβώς. Έτσι, συχνά έχει
ξεσπάσματα νεύρων ή εξαντλείται η υπομονή του εύκολα, σε θέματα μικρής
σημασίας.
Το εξαρτημένο από την οικογένειά του ενήλικο άτομο συνήθως αισθάνεται
ενοχές: από τη μία, όπως είναι φυσικό, αγαπάει τους γονείς του και θέλει να
είναι κοντά τους, από την άλλη όμως βαθιά μέσα του αντιλαμβάνεται ότι η στάση
του ίσως είναι ακραία. Ωστόσο, δεν
τολμάει να θέσει το ζήτημα που τον απασχολεί στους γονείς του, ούτε καν στον
ίδιο του τον εαυτό. Αυτή η εξάρτηση από
την οικογένεια όμως, δεν επιτρέπει στο νέο άτομο να αυτονομηθεί ψυχολογικά: ζει
μέσα στην οικογένεια, για την οικογένεια και δρα συλλογικά και όχι
ατομικά. Αυτό όμως δημιουργεί
περισσότερα προβλήματα απ’ όσα λύνει, διότι το άτομο με εξάρτηση από την οικογένειά
του δυσκολεύεται να ωριμάσει συναισθηματικά.
Συχνά, έχει χαμηλή αυτοεκτίμηση, αφού δεν μπορεί να πιστέψει στην αξία
του μεμονωμένα και θέλει να πάρει την επιβεβαίωση που του προσφέρει η
οικογένειά του. Δεν παίρνει πρωτοβουλίες
και δεν καλλιεργεί την αυτονομία του, αφού η οικογένεια πρέπει να εγκρίνει την
κάθε του πράξη. Πολλές φορές το
εξαρτημένο από την οικογένειά του άτομο αισθάνεται μια χρόνια μελαγχολία, την
οποία θεωρεί μέρος των πραγμάτων και της ζωής, αφού δεν έχει γνωρίσει
διαφορετικές, στενές, αλλά όχι ασφυκτικές οικογενειακές σχέσεις.
Οι σχέσεις του «εξαρτημένου» ατόμου εκτός
οικογένειας
Η εξάρτηση από την οικογένεια είναι μακροπρόθεσμα τροχοπέδη στην προσωπική
ζωή κι εξέλιξη του εξαρτημένου ατόμου.
Ενώ επαγγελματικά το άτομο αυτό πιθανότατα έχει επιτυχίες και κάνει μια
καλή καριέρα (κι έτσι ακολουθεί το πρότυπο του «καλού παιδιού») συναισθηματικά,
ωστόσο βρίσκεται πολύ πίσω.
Ενώ υπάρχουν φιλίες, είτε είναι απόμακρες είτε έχουν μικρή συναισθηματική
βαρύτητα. Το αποτέλεσμα είναι ότι το
άτομο με εξάρτηση από την οικογένειά του δεν μπορεί να χαρεί μια έξοδο, ή μια
εκδρομή με φίλους αν δεν έχει την έγκριση της οικογένειάς του και αν δεν
συμπίπτει το κοινωνικό δρώμενο με κάποια οικογενειακή εκδήλωση.
Η ερωτική ζωή των εξαρτημένων από την οικογένειά τους ενηλίκων πολλές φορές
είναι ένα δράμα από μόνη της. Ενώ το νέο
άτομο έχει ανάγκη να βρει έναν/μία σύντροφο και να κάνει τη δική του
οικογένεια, η πατρική του οικογένεια μπλοκάρει ή σαμποτάρει κάθε τέτοια
απόφαση. Τα προσχήματα που βρίσκει η
πατρική οικογένεια άλλοτε ακούγονται σωστά, άλλοτε είναι κατάφωρα
λανθασμένα. Είτε στη μία είτε στην άλλη
περίπτωση, πρωταρχικό μέλημα της οικογένειας δεν είναι αυτό που φαίνεται προς
τα έξω, δηλαδή να προστατέψει το παιδί της από μια «κακή» σχέση, αλλά να μην
επιτρέψει στο παιδί της να φύγει από την οικογένεια και σπάσει τη συνοχή και
τον έλεγχο που αυτή ασκεί.
Έτσι, ένας άνδρας 40 ετών, ανύπαντρος, μπορεί να πει στην κοπέλα του «Πάσχα
θα περάσω φυσικά με την οικογένειά μου, όπως κάνουμε πάντα» χωρίς να σκεφτεί
ότι θα μπορούσε να πάει με την κοπέλα του μια εκδρομή, χωρίς αυτό να σημαίνει
ότι θα «ρίξει» την οικογένειά του ή ότι κάνει κάτι ανήθικο και λάθος. Από την άλλη, μια κοπέλα 34 ετών, μπορεί να
αρνηθεί στο φίλο της να πάνε μια εκδρομή το σαββατοκύριακο, λέγοντας «είναι η
ονομαστική γιορτή της γιαγιάς μου και δε μπορώ να λείψω από το σπίτι».
Αδυναμία δημιουργίας νέας οικογένειας
Το βασικό πρόβλημα των εξαρτημένων από την οικογένειά τους ενηλίκων είναι
ότι τελικά η αφύσικη αυτή προσκόλληση δεν τους αφήνει να «ανοίξουν τα δικά τους
φτερά» και να δημιουργήσουν τη δική τους οικογένεια. Το εξαρτημένο από την οικογένειά του άτομο
μπλοκάρει τον εαυτό του και τις επιθυμίες του και βάζοντας την πατρική του
οικογένεια πάνω από τον εαυτό του καταδικάζει τον ίδιο του τον εαυτό σε μια ζωή
που διέπεται από «πρέπει» και όχι από «θέλω».
Έτσι, ενώ έχει ερωτικές σχέσεις, στην πραγματικότητα αυτές τελματώνουν
γιατί δεν μπορεί να τις φτάσει στο σημείο δέσμευσης για αρραβώνα ή γάμο. Το εξαρτημένο άτομο μένει μόνο του, γιατί
κάποια στιγμή ο/η σύντροφός του βαριέται να περιμένει κι αντιλαμβάνεται ότι δεν
υπάρχει φυσιολογικό μέλλον για τη σχέση τους.
Δυστυχώς, στο σημείο αυτό η πατρική οικογένεια επεμβαίνει και παρηγορεί
το παιδί της λέγοντάς του ότι ο/η σύντροφος που το άφησε ήταν τελικά
«κακός/ακατάλληλος άνθρωπος, όπως σου είχαμε πει», χωρίς να αντιλαμβάνονται ότι
οι ίδιοι οδήγησαν τα πράγματα στο τέλος.
Το αποτέλεσμα είναι ότι το εξαρτημένο άτομο τυφλώνεται ψυχολογικά,
θεωρεί ότι η οικογένειά του έχει δίκιο, νιώθει εξαπατημένο από τη σχέση του,
δεν αναγνωρίζει το φταίξιμο της οικογένειάς του στη διάλυση του δεσμού του και
πιστεύει ότι όλα τα άτομα του αντίθετου φύλου είναι ακατάλληλα και παραμένει
προσκολλημένο στην καλή του οικογένεια, αδυνατώντας να σπάσει αυτόν τον φαύλο
κύκλο.
Μπορεί να κάνει κάτι το εξαρτημένο από την
οικογένειά του άτομο;
Ίσως το σημαντικότερο που
πρέπει να κάνει αυτό το άτομο είναι να ξεκαθαρίσει τα προσωπικά του «θέλω» από
τα οικογενειακά «πρέπει» και να δει τη ζωή του ως κάτι αυτόνομο και συνέχιση
της πατρικής του οικογένειας μέσα από την οικογένεια που θα δημιουργήσει το
ίδιο και όχι σαν προσκόλληση στην πατρική οικογένεια. Φυσικά είναι σημαντικό να αισθάνεται κανείς
κοντά στους οικείους του, ωστόσο αυτό θα πρέπει να γίνεται μέσα σε πλαίσιο που
επιτρέπει την προσωπική ανάπτυξη και ζωή του ενήλικου παιδιού.
Θα πρέπει να αντιληφθεί ότι κάθε φορά που διαφοροποιείται η άποψή του από
αυτή της οικογένειάς του δε σημαίνει ότι δεν τους αγαπάει ή ότι τους απορρίπτει,
αλλά ότι οι διαφορές είναι κάτι φυσιολογικό στις ανθρώπινες σχέσεις. Σημαντικό είναι για το άτομο αυτό να
καταλάβει ότι οι δεσμοί αγάπης και συνοχής σε μια οικογένεια δε διατηρούνται με
τον «βούρδουλα» ή με απαγορεύσεις, αλλά με τη συζήτηση και την
επικοινωνία. Και, τελικά, όταν έρθει η
ώρα της απόφασης, το ενήλικο παιδί παίρνει τη δική του απόφαση, αφού έχει
ακούσει ό,τι έχει να του πει η πατρική του οικογένεια. Η πατρική οικογένεια με τη σειρά της πρέπει
να στηρίξει το παιδί της ακόμα και αν δε συμφωνεί, γιατί αυτό είναι μέρος του
σεβασμού προς την προσωπικότητα του άλλου και μέρος της διαδικασίας
συναισθηματικής ωρίμανσης κι ενηλικίωσης.
Και βέβαια, μια οικογένεια που έχει βάλει γερά θεμέλια κι έχει δώσει
αξίες κι αρχές στο παιδί της, δε χρειάζεται να ανησυχεί ότι αυτό δεν θα τα
καταφέρει χωρίς τη γνώμη της και τη συμβουλή της.
Βέβαια, για τον εξαρτημένο ενήλικο η παραπάνω διαδικασία
είναι ιδιαίτερα επίπονη, γιατί θα πρέπει να ξεφύγει από έναν ιστό πεποιθήσεων
και «πρέπει» ο οποίος έχει εξυφανθεί αργά αλλά σταθερά. Πολλές φορές είναι χρήσιμο να μιλήσει το
άτομο αυτό με έναν ειδικό, ώστε να ξεκαθαρίσει τις μπερδεμένες σκέψεις και
συναισθήματά του και να χαράξει τον προσωπικό του δρόμο με σεβασμό στον εαυτό
του αλλά και στην οικογένειά του.
ΓΙΑ ΚΑΘΕ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΜΕΝΟ:
Αν σας άρεσε
αυτό το άρθρο και επιθυμείτε να το αναδημοσιεύσετε, παρακαλώ να συμπεριλάβετε
το όνομα και την ιδιότητά μου, τον τίτλο του άρθρου και τη διεύθυνση του
συγκεκριμένου ιστολόγιου.